Το Κονάκι του Μπέη
Ένα σημαντικό Κονάκι, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας και το οποίο χρήζει συντήρησης και μπορεί ακόμη και να μετατραπεί σε μουσείο λαϊκής τέχνης, σώζεται στο χωριό Περιστέρα, Καλαμπάκας.
Το κονάκι ήταν του μπέη του τσιφλικιού και μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας η ιδιοκτησία του πέρασε στον Βασίλειο Μέκιου. Το οίκημα, εικάζεται ότι χτίστηκε μεταξύ των ετών 1881-1895, δηλαδή μετά την απελευθέρωση και πριν από το κάψιμο του χωριού (1897), αλλά πάλι δεν είναι βέβαιο, καθώς δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία. Από τους επιζώντες, γεννηθέντες την περίοδο 1880-90, κανείς δεν θυμόταν την ανέγερση του κτιρίου, παρά μόνο από ακούσματα των γονιών τους.
Το κτίσμα, πάντως, είναι ένδειξη ότι οι τεχνίτες έμειναν αρκετό καιρό στο χωριό (μήνες ή και χρόνια), προκειμένου να ολοκληρώσουν το κτίσιμό του. Το «κονάκι» (Κούλια, όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι), είναι ένα νεοκλασικό πέτρινο κτίριο, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν υλικά από τη φύση, που αφού τα επεξεργάστηκαν κατάλληλα οι μάστορες, τα έχτισαν με τέτοιο μεράκι, ώστε (ενώ το κτίσμα είναι ογκώδες) να φαίνεται λιτό, ελαφρύ και καλοδουλεμένο.
Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του κτιρίου, ο πρώτος όροφος έχει πολυγωνικό χτίσιμο και επικοινωνεί με την αυλή με εξωτερική πέτρινη σκάλα, ενώ για το χτίσιμό του χρησιμοποιήθηκαν μικρότεροι λίθοι, λαξευμένοι σύμφωνα με το κυψελοειδές. Ο β΄ όροφος, κατασκευασμένος από αργολιθοδομή, είναι επιχρισμένος εξωτερικά και φέρει διακοσμητικές ταινίες, λείες και οδοντωτές. Όλοι οι όροφοι επικοινωνούν μεταξύ τους με εσωτερική σκάλα.
Οι τέσσερις γωνίες του κτιρίου καθώς και τα ανοίγματα των παραθύρων κατασκευάστηκαν από ορθογωνισμένους γωνιόλιθους που προεξέχουν-ελαφρώς- από την υπόλοιπη επιφάνεια του τοίχου (πλην του άνω μέρους των κουφωμάτων που είναι χτισμένα, ελαφρώς τοξωτά, με τούβλα). Η κυρία είσοδος του κτιρίου καθώς και τα παράθυρα του ημιυπόγειου και πρώτου ορόφου ήταν ασφαλισμένα με βαριά σιδερένια κάγκελα (μερικά σώζονται μέχρι σήμερα) από ατόφιο σίδερο.
Γενικά, όλο το οικοδόμημα, μαζί με την κεραμιδένια στέγη, παρουσιάζει μια επιβλητικότητα, μεγαλοπρέπεια και αρχοντιά. Το «κονάκι» -ίσως το μοναδικό αντιπροσωπευτικό δείγμα τσιφλικόσπιτου σε όλη τη Θεσσαλία- πέρα από την τεχνική του κατασκευή, έχει ιστορική, λαογραφική και αισθητική αξία.
Σήμερα, το κτίριο είναι ακατοίκητο και κινδυνεύει να καταρρεύσει.
Το Κονάκι αυτό αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Συνδέθηκε με την τσιφλικοκρατία, τη ληστοκρατία, τους κολίγους, γι’ αυτό και δεν εξετάζεται μόνο ως ένα νεοκλασικό έργο τέχνης.
Το «Κονάκι Μέκιου», χαρακτηρίστηκε διατηρητέο, ως ιστορικό μνημείο και έργο τέχνης.