Διαρρύθμιση του σπηλαίου

Η είσοδος του σπηλαίου είναι αψιδωτή με διαστάσεις 17 x 3 μέτρα, ενώ ο κύριος θάλαμός του, περίπου τετράγωνος με μικρές πλευρικές κόγχες, έχει έκταση 500 τετραγωνικά μέτρα.

Ο σχηματισμός του ασβεστολιθικού βράχου της Θεόπετρας τοποθετείται στην ανώτερη Κρητιδική περίοδο (137.000.000 – 65.000.000 χρόνια από σήμερα). Η δημιουργία του σπηλαίου είναι κατά συνέπεια μεταγενέστερη της παραπάνω ηλικίας. Το σπήλαιο άρχισε να κατοικείται κατά τη Μέση Παλαιολιθική Εποχή (η οποία αρχίζει περίπου πριν 130.000 χρόνια).

Όσον αφορά στη διαρύθμιση του σπηλαίου, στο εσωτερικό του υπάρχει διάδρομος κυκλοφορίας που περιτρέχει όλο το σπήλαιο με μια πορεία περίπου περιμετρική. Είναι επίπεδος (με τις απαραίτητες μικρές κλίσεις) και έχει προστατευτικό κιγκλίδωμα. Ο διάδρομος δεν εφάπτεται του δαπέδου αλλά παραμένει εναέριος, εδραζόμενος σε μικρές βάσεις από σκυρόδεμα. Έτσι, ο επισκέπτης κινείται πάνω από τα αρχαιολογικά σκάμματα, ώστε να μπορεί να βλέπει τα κατά χώραν διατηρημένα ευρήματα.

Μπαίνοντας οι επισκέπτες στο σπήλαιο έχουν μια γενική κατ’ αρχήν εικόνα του σπηλαίου και των ανασκαφικών τομών. Στη συνέχεια, ο επισκέπτης, ξεκινώντας την ξενάγηση από τη δυτική πλευρά του σπηλαίου, βλέπει αριστερά και δεξιά του (ανατολικά και δυτικά δηλαδή του διαδρόμου) τις ανασκαφικές τομές με τα αντίστοιχα ευρήματα. Στο τέλος αυτής της πρώτης διαδρομής υπάρχει μικρό πλάτωμα, που χρησιμεύει ως χώρος στάσης και ενημέρωσης των επισκεπτών για την ιστορία του σπηλαίου και των προϊστορικών ενοίκων του.

Στο ίδιο σημείο, οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν τα σκάμματα της ανασκαφής και τα ευρήματα: τις εστίες της Μεσολιθικής περιόδου και τις εστίες των 60.000 ετών.

Σχεδιαστική κάτοψη του σπηλαίου, στη νότια περιοχή διακρίνονται οι κόγχες. Με διαγράμμιση διακρίνονται τα τετράγωνα όπου εντοπίστηκε μεσολιθική επίχωση. (σχέδιο Χατζηθεοδώρου-Δρίβα)

Το πλατύ άνοιγμα της εισόδου από το εσωτερικό του σπηλαίου.

Οι κόγχες της νότιας περιοχής του σπηλαίου φωτισμένες.

Στη σχεδιαστική κάτοψη του σπηλαίου διακρίνεται με έντονη διακεκομμένη γραμμή η νότια περιοχή με τη διαγένεση όπου δεν σώθηκαν οστά (Καρκάνας και Weiner 2000, εικ. 2.12).

Από τα δυτικά της γέφυρας, ο επισκέπτης έχει άμεση οπτική επαφή με την καμένη επιφάνεια, όπου σώζονται τα αποτυπώματα των ανθρώπινων πελμάτων, χρονολογημένα με θερμοφωταύγεια στα 110-135000 χρόνια πριν και τα οποία είναι ορατά μέσω γυάλινης επιφάνειας του δαπέδου του διαδρόμου σ’ εκείνο το τμήμα του. Στην ίδια περιοχή σημαίνεται ο χώρος εύρεσης δύο ταφών.

Από την άλλη πλευρά, ανατολικά της γέφυρας, υπάρχουν τρία σκάμματα, δίπλα ακριβώς στα ανατολικά βραχώδη τοιχώματα του σπηλαίου, όπου, η ανασκαφή έχει φτάσει στο φυσικό ασβεστολιθικό υπόβαθρο και όπου έχουν βρεθεί, σε πολύ καλή κατάσταση διατήρησης, οστά Μέσης Παλαιολιθικής εποχής, που ανήκουν σε σπηλαία άρκτο αλλά και σε ύαινα, κόκκινο ελάφι, αιγοειδή, λύκο και άλλα μικρότερα είδη ζώων.

Στον περίπατό του αυτό, ο επισκέπτης μπορεί να παρατηρεί τις εναλλαγές του κλίματος στη διάρκεια του Πλειστοκαίνου, το χώρο εύρεσης της μεσολιθικής ταφής, καθώς και άλλη μεσολιθική ταφή, που βρέθηκε με την ευκαιρία των έργων ανάδειξης στο σπήλαιο.

Σήμερα, τα έργα για την ανάδειξη του έχουν ολοκληρωθεί και είναι ανοιχτό στους επισκέπτες.